Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Χρήστος Ταμπαξής: Μεγάλος αθλητής, μεγαλύτερος άνθρωπος


Ο Νίκος Καλαμπάκας του onsports.gr εξασφάλισε μια πολύ όμορφη συνέντευξη από τον Ευρυτάνα Παρααολυμπιονίκη της κολύμβησης Χρήστος Ταμπαξή.

Μπορείτε να την διαβάσετε αυτούσια:

Συνέντευξη με τον δύο φορές «χρυσό» Παραολυμπιονίκη Χρήστο Ταμπαξή.
Η ιδέα να μιλήσω με τον Χρήστο Ταμπαξή γεννήθηκε ένα απόγευμα στο Παγκράτι.
Καθόμουν μόνος σε ένα καφέ και από πίσω μου μια παρέα πιτσιρικάδων φώναζαν υστερικά για τις ομάδες τους και τους αθλητές που προτιμούσαν. Μου είχαν πάρει τα αυτιά και ήμουν έτοιμος να σηκωθώ και να αλλάξω τραπέζι, όταν ξαφνικά είδα ένα παλικάρι να έρχεται και να κάθεται δίπλα μου. Ήταν σε αναπηρικό καροτσάκι και τον συνόδευε ένας ευγενέστατος κύριος που ήξερε πολλούς από το μαγαζί καθώς παρέλασαν αρκετοί θαμώνες από το τραπέζι του.
Δεν χρειάστηκε να περάσουν πάνω από πέντε λεπτά για να καταλάβω ότι ήταν ο Χρήστος. Αναγνώρισα το πρόσωπό του αμέσως με το που τον κοίταξα λίγο καλύτερα.
Τα τυπάκια συνέχιζαν να φωνάζουν για αθλητές που αμείβονται με εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο, καθώς η συζήτησή τους είχε ξεφύγει από τα σύνορά της Ελλάδας και πλέον άκουγα για τις επιδόσεις του Μέσι και του Ρονάλντο.
Σκέφτηκα ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο που επέλεξε να ασχοληθεί με τον αθλητισμό για να δώσει κίνητρο στον ίδιο του τον εαυτό και όχι για να γίνει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ πλουσιότερος -τουλάχιστον έτσι είχα διαβάσει παλιότερα και συγκεκριμένα όταν Χρήστος έπαιρνε το πρώτο του χρυσό και γράφονταν και για εκείνον δέκα λέξεις στις εφημερίδες και τα sites της χώρας- κι έτσι τον προσέγγισα και κλείσαμε την συνέντευξη.
Προτού την διαβάσετε, θέλω να σας πω ότι δίπλα σε έναν άνθρωπο σαν τον Χρήστο μπορεί κάποιος να μάθει πολλά. Το κυριότερο όμως είναι ότι μπορεί να αντλήσει δύναμη και να αντεπεξέλθει πολύ πιο εύκολα στις δυσκολίες που αντιμετωπίζει.
Ο Χρήστος μου έμαθε ότι κινητήριος δύναμη της ζωής είναι η θέληση. Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει μόνο ο στόχος και η δύναμη του ανθρώπου για να τον πετύχει.
Ας μην σας κουράσω όμως άλλο με εισαγωγικά και ας περάσουμε στα όσα ενδιαφέροντας μας είπε.
Όπως μου εκμυστηρεύτηκε η κυρία Ειρήνη (η μητέρα του Χρήστου) η πισίνα μπήκε στη ζωή του όταν εκείνη και ο σύζυγός της που δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή έψαξαν να βρουν έναν τρόπο για να μπει σε ένα πρόγραμμα φυσικής κατάστασης και σκέφτηκαν πως για να μπορέσει ο Χρήστος να διαχειριστεί πιο εύκολα όλη αυτή την κατάσταση, θα έπρεπε να ήταν κάτι ευχάριστο για εκείνον. Να βλέπει άλλα παιδιά, να υπάρχει ένα κίνητρο.
«Ξεκίνησε ως κάτι που με έκανε να αισθάνομαι πιο καλά το σώμα μου και στη συνέχεια με έκανε να θέλω να μπω στον χώρο του αθλητισμού.
Λόγω της πάθησης μου κι επειδή έχω την σπαστικίτιδα υπάρχει μεγάλη ευαισθησία. Πολλές φορές σε ενοχλεί μέχρι και ο παραμικρός θόρυβος. Ήταν δύσκολο στην αρχή γιατί ότι και να ακούσεις πετάγεσαι. Κατάφερα να κάνω όμως τον φόβο θέληση. Σιγά σιγά κατάλαβα ότι η θέληση του πατέρα μου να χαλαρώνω μέσα στο νερό μου έκανε πολύ καλό και άρχισα να κολυμπάω», μου λέει λίγο αργότερα ο ίδιος ο Ταμπαξής.
Ξεκινάει να ξετυλίγει το κουβάρι με τις αναμνήσεις και μου εκμυστηρεύεται πώς αποφάσισε οριστικά να παρατήσει τις κλασικές φυσιοθεραπείες και να αφιερώσει τη ζωή του στο κολύμπι:
«Έκανα φυσιοθεραπείες και τις βαρέθηκα. Σκεφτόμουν τι άλλο θα μπορούσα να κάνω και τελικά ψάξαμε και βρήκαμε συλλόγους που να μπορούν να υποστηρίξουν ΑΜΕΑ. Έτσι μπήκα στον χώρο. Βρήκα το κατάλληλο σύλλογο κι έκανα το πρώτο βήμα, την αρχή. Ο πρώτος μου αγώνας ήταν το 1992. Το συναίσθημα ήταν αξέχαστο αφού είχα έρθει πρώτος και κέρδισα. Αυτό με βοήθησε πολύ να συνεχίσω», λέει φανερά συγκινημένος.

Το ταξίδι στην Ατλάντα
«Η πρώτη στιγμή που κατάλαβα πόσο μεγάλο είναι αυτό που μου συμβαίνει ήταν στην Ατλάντα. Ήταν φοβερό. Εγώ πήγαινα εκεί για πρώτη φορά κι ένιωσα πολύ χαρούμενος. Δεν το περίμενα ότι θα έκανα τέτοιο ταξίδι, ότι θα φτάσω στην Ατλάντα. Δεν περιγράφονται τα συναισθήματά μου», τονίζει ο Χρήστος όταν κάνει αναδρομή στις στιγμές του στους Παραολυμπιακούς.
Οι αναμνήσεις του τον ταξιδεύουν στο 2004 και τους Παραολυμπιακούς της χώρας μας : «Στην Αθήνα όλα ήταν μαγικά. Όταν ανεβαίνεις στο βάθρο για πρώτη φορά αισθάνεσαι ρίγος. Ήταν κάτι το συγκλονιστικό, δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια».
- Είχες καταλάβει τι αγώνα έκανες εκεί;:
«Όχι, όσο κολυμπούσα δεν κατάλαβα τίποτα. Μετά κατάλαβα τι αγώνα είχα κάνει. Όταν βουτάς στο νερό δεν υπάρχει τίποτα άλλο. Η προπονήτριά μου μου έλεγε κοίτα από εκεί, κοίτα από εκεί, όμως εγώ δεν μπορούσα να κοιτάξω, τα είχα δώσει όλα στον αγώνα».
Όταν ένας αθλητής κατακτά μετάλλιο σε τέτοιες διοργανώσεις οι ευθύνες μεγαλώνουν. Ο Χρήστος το επιβεβαιώνει «Πάντα όταν κερδίζεις σε αυτό που κάνεις έχεις μετά παραπάνω ευθύνες» μου λέει.
Βοήθεια από το κράτος είχες;
Στην Ελλάδα δυστυχώς οι υποδομές στον χώρο του αθλητισμού δεν είναι οι καλύτερες, κάτρι που ίσχυσε και στην περίπτωση του Χρήστου. Ο ίδιος επισημαίνει ότι το στήριγμά του πάντα ήταν η οικογένειά του που βρισκόταν δίπλα του σε κάθε δυσκολία.
«Χωρίς την οικογένεια σε αυτό το πρόβλημα της παράλυσης, δεν υπάρχει τίποτα. Είναι το απόλυτο στήριγμά σου και είμαι τυχερός που τους είχα δίπλα μου. Τώρα πλέον μπορώ να ευχαριστώ τον πατέρα μου ακόμα περισσότερο. Έμαθα πολλά από το κολύμπι. Ο άνθρωπος πρέπει να έχει θέληση. Χωρίς αυτή δε γίνεται τίποτα. Δεν πρέπει να το βάζεις κάτω ποτέ» μου λέει αναφερόμενος στις δυσκολίες που συνάντησε και στη συνέχεια κάνει ειδική μνεία στην προπονήτριά του:
«Eίναι πολύ σημαντικό να ταιριάζεις με τους προπονητές και τους συναθλητές σου. Μεγάλη υπόθεση αυτή» μου λέει ο Χρήστος και η μητέρα του τον συμπληρώνει: «Ο αθλητισμός γεννάει κόντρες, όμως εμείς ήμασταν τυχεροί γιατί είχαμε κοντά μας καλούς ανθρώπους. Ακόμα και ο σπόνσορας που είχε επί έξι χρόνια δε ζήτησε τίποτα από τον Χρήστο, μόνο τον στήριζε».
«Οι καλύτεροί μου φίλοι είναι οι συναθλητές μου. Υπήρχε πολύς συναγωνισμός αλλά όχι ανταγωνισμός. Αυτό κρατούσε όσο ήμασταν μέσα στην πισίνα, έξω είμαστε όλοι φίλοι» λέει ο Παραολυμπιονίκης.
Τρόπος ζωής
«Θυμάμαι τον πατέρα μου στις προπονήσεις να μου λέει συνέχεια «Έλα Χρήστο, κολύμπα λίγο παραπάνω, μπορείς». Αυτό για μένα στη συνέχεια, - το λίγο παραπάνω - έγινε τρόπος ζωής. Μου έδινε κίνητρο να προσπαθώ πάντα να ξεπεράσω τις δυνάμεις μου και να κάνω αυτό το κάτι παραπάνω. Πλέον έχω καταλάβει πόσο σημαντικό είναι και για αυτό μου το έλεγε συνέχεια. Ήταν το κίνητρό μου».

Η πίεση που έγινε πείσμα
«Η πίεση με πείσμωνε πάντα, μου έδινε δύναμη να συνεχίζω» μου λέει και παίρνοντας την πάσα του τον ρωτάω αν για αυτό έφτασε να γίνει ο καλύτερος και αν το έχει συνειδητοποιήσει ακόμα και τώρα ότι υπήρξε ένας κορυφαίος αθλητής στο αγώνισμά του:
«Δεν είπα ποτέ στον εαυτό μου ότι είμαι ο καλύτερος. Ίσως δεν το έβγαλα από μέσα μου. Κοιταζόμουν στον καθρέφτη κι έλεγα πάντα να «έχουμε την υγεία μας και όλα τα άλλα θα έρθουν μόνα τους. Ποτέ δεν είχα την αίσθηση ότι είμαι εγώ και κανένας άλλος».

Η συζήτηση πάει στα ρεκόρ που έχει καταφέρει να κάνει στην καριέρα του: «Τα ρεκόρ είναι για να σπάνε. Έσπασα ρεκόρ, όμως μετά έσπασαν και τα δικά μου. Έχουν δίκιο λοιπόν όσοι υποστηρίζουν ότι τα ρεκόρ είναι για να σπάνε» μου λέει με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Το «δικό του» κολυμβητήριο και η απόλυτη καταξίωση
«Ένιωσα τι σημαίνει καταξίωση όταν ο Δήμος Βύρωνα έφτιαξε το κλειστό κολυμβητήριο που περιμέναμε χρόνια οι πολίτες και του έδωσε το όνομά μου. Οι στιγμές που έζησα τότε, στην βράβευση ήταν πολύ συγκινητικές. Είναι η μέγιστη τιμή για έναν αθλητή. Δυστυχώς όταν ξεκινούσα στον Βύρωνα δεν υπήρχε κλειστό κολυμβητήριο κι έτσι πήγαινα στον Δήμο Ζωγράφου για να πέσω σε πισίνα. Δεκαοκτώ χρόνια εκεί, αισθάνομαι την περιοχή σαν δεύτερο σπίτι μου και τους ανθρώπους εκεί τους ευχαριστώ κάθε μέρα επειδή πάντα προσπαθούσαν να με εξυπηρετήσουν. Έκαναν τα πάντα για μένα».
Παρά το γεγονός ότι έχει καταφέρει να ξεπεράσει πολλές δυσκολίες στη ζωή του, η πόλη που ζει δεν τον κάνει να αισθάνεται ασφαλής και άνετος να κυκλοφορήσει στους δρόμους της.
«Η Αθήνα δεν είναι καθόλου φιλική για τους ΑΜΕΑ. Είναι ένα τεράστιο πρόβλημα. Ξεκινάς να πας κάπου και δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις. Παντού υπάρχουν εμπόδια. Αν δεν έχεις πάει κάπου που δεν έχεις ξαναπάει σε πιάνει ανασφάλεια» μου λέει ο Χρήστος και κάπου εκεί παρεμβαίνει και η μητέρα του:
«Και οι άνθρωποι πολλές φορές υποτιμούν και το πρόβλημα, σου λένε έλα σε ένα μέρος και πας εκεί που σε έχουν καλέσει και πρέπει να ανεβοκατεβαίνεις δέκα σκαλιά. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι για πέντε πόντους πεζοδρόμιο πρέπει να σηκώσεις ένα καρότσι που είναι 15 κιλά, συν τον Χρήστο που είναι άλλα 75. Είναι παιδιά που μπορούν να κυκλοφορούν, όμως αυτά τα παιδιά έχουν ελεύθερο τον κορμό τους και μπορούν να ελέγχουν το καρότσι. Όμως περιπτώσεις σαν τον Χρήστο αν δεν είναι φλατ ο δρόμος και έχει κλίση έστω και 10 πόντους υπάρχει θέμα. Τα σημεία που μπορείς να πας στην Αθήνα και να μην έχεις πρόβλημα, είναι μετρημένα στα δάχτυλα. Παντού βρίσκεις εμπόδια, ακόμα κι αν ο δρόμος είναι καλός, θα βρεις μπροστά σου κάτι, μια καρέκλα, μια κολόνα, κάτι που θα σε εμποδίσει», τονίζει αρχικά και στη συνέχεια αναφέρεται στο σημαντικότερο κατ' εκείνη θέμα, που είναι αυτό της Παιδείας:
«Δεν υπάρχει Παιδεία, δυστυχώς. Μετά τους Παραολυμπιακούς του 2004 κάτι πήγε να γίνει, ειδικά στο θέμα της πρόσβασης δίνοντας πρόσβαση και κίνητρα σε μαγαζιά, ανθρώπους και σχολεία. Από εκεί ξεκινάει το θέμα της παιδείας. Αν ένα παιδάκι ξέρει ότι κλείνοντας μια ράμπα εμποδίζει και τη μαμά με το καροτσάκι και τον παππού με το μπαστούνι και κάποιον σε καροτσάκι, που ουσιαστικά αυτό είναι τα πόδια του, δεν θα το κάνει» λέει και στη συνέχεια ο Χρήστος μου εκμυστηρεύεται ένα παράπονό του:
«Έχω αισθανθεί πολλές φορές άβολα στον δρόμο. Πάρα πολλές έχω πει εντάξει δεν μπορώ άλλο, πάμε σπίτι. Γυρίζεις και αισθάνεσαι μεγάλη στεναχώρια. Λες «Που ζω;». Το πρόβλημα όμως ξεκινάει από τις δομές του κράτους. Ο κόσμος έρχεται μετά».
Ο Ταμπαξής έχει σταματήσει πλέον τον πρωταθλητισμό. Τον ρωτάω τι κάνει για να περνάει τον χρόνο του πιο ευχάριστα:
«Μου άρεσε πάντα ο χορός. Τώρα που έχω σταματήσει την πισίνα έχω ξεκινήσει σε έναν σύλλογο χορού. Το ζεϊμπέκικο είναι ο αγαπημένος μου. Επίσης αγαπώ τους παλιούς τραγουδιστές. Καζαντίδης και Ζαμπέτας είναι οι καλύτεροι».

Η συζήτηση περνάει στα πρότυπα που είχε από πιτσιρικάς:
«Έχω τρέλα με το μπάσκετ από μικρός. Θαύμαζα απεριόριστα τον Γιαννάκη και τον Γκάλη. Άντλησα δύναμη από αυτούς, με έκαναν να θέλω να είμαι πρώτος. Είμαι και από τους τυχερούς αφού το πρώτο μου μετάλλιο στην Ελλάδα μου το έδωσε ο Γιαννάκης. Ήταν φοβερό, έχω ζήσει πολλές ωραίες στιγμές στον αθλητισμό. Παρά την σκληρή προπόνηση και την κούραση, άξιζε το κάθε λεπτό».
Η Αξέχαστη Αθήνα του 2004:
«Οι Παραολυμπιακοί της Αθήνας είναι αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ο κόσμος μου έκανε μεγάλη εντύπωση αφού μέχρι τότε βγαίναμε έξω και βλέπαμε γεμάτα τα Στάδια. Όταν είδα πόσος κόσμος είχε έρθει και στην Αθήνα το ευχαριστήθηκα πολύ. Είμαι επίσης τυχερός που έζησα το συναίσθημα να ακούω μπροστά στους Έλληνες τον εθνικό μας ύμνο. Χάρη στον αθλητισμό έχω ζήσει στιγμές που με γεμίζουν σαν άνθρωπο, υπήρξα σημαιοφόρος στους Παραολυμπιακούς, έχουν δώσει το όνομά μου σε κολυμβητήριο, όλες αυτές οι στιγμές ήταν συγκλονιστικές. Αισθάνομαι υπερήφανος που είμαι Έλληνας».
Ο ίδιος κάνει παύση στην κουβέντα και μου λέει ότι θέλει να στείλει ένα μήνυμα στα ελληνόπουλα που μεγαλώνουν στην κρίση:
«Θέλω να πω στα παιδιά που μεγαλώνουν τώρα σε μια χώρα με κρίση όπως τη δική μου να έχουν πρώτα απ' όλα υγεία και υπομονή και να παλεύουν πάντα για να πετύχουν ότι θέλουν.
Βλέπω τις ειδήσεις τι γίνεται και είμαστε πολύ δύσκολα και συνέχεια μας χώνουν όλο και πιο βαθιά στην κρίση. Είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγουμε.
Να έχει όλος ο κόσμος υγεία και δουλειά. Ετσι όπως το πάνε. Οι πολιτικοί αν θέλουν μπορούν να τα κάνουν όλα. Να ενωθούν μαζί και να κοιτάξουν το συμφέρον όλων, όχι το δικό τους. Να πάρει μπροστά η χώρα».
Κάπου εκεί καλεί την μητέρα του να έρθει πιο κοντά μας. Την ρωτάω για τα παιδικά του χρόνια και το πόσο δύσκολο ήταν να «χωνέψει» αρχικά το επιχείρημα του κολυμβητηρίου:
«Ο Χρήστος ήταν πάντα πειθαρχημένος, είχε τάξη. Ήθελε πρόγραμμα και αυτό πιστεύω ότι ήταν το μεγάλο του ατού που τον βοήθησε να φτάσει μέχρι εδώ, Δεν είναι εύκολο, ξεκινάς με πολλές αντίξοες συνθήκες».
- Πιστεύατε ποτέ ότι θα έφτανε τόσο ψηλά;
«Δεν πίστευα ότι θα φτάσει εκεί που έφτασε. Ήταν τόσο μεγάλο το πρόβλημα που είχε που δεν το περίμενα, επειδή δεν είναι άτομο αυτοεξυπηρετούμενο, όμως ήταν τυχερός επειδή μπήκε σε έναν σύλλογο που τον στήριξε και έπειτα βρήκε μια προπονήτρια στο πρώτο του ταξίδι στην Μάλτα. Ήταν τότε που αγωνίστηκε και πρώτη φορά και είχαμε αλλάξει δύο – τρεις προπονήτριες. Όταν πήγε εκεί, άκουσε μια φωνή που έλεγε «Χρήστο, ωπ». Δεν είχε ιδέα ποιος το λέει. Όταν τελείωσε ο αγώνας όλοι μαζί η παρέα γνώρισε την Ντία Καζάκη που ήταν σε άλλο σύλλογο. Γυρίζοντας σπίτι μου είπε «μαμά βρήκα προπονήτρια». Η Καζάκη δεν καταλαβαίνει Θεό. Δεν σκέφτεται ότι έχει να κάνει με άτομο με αναπηρία ή αρτιμελή αθλητή. Τον ζόρισε πολύ και έκανε ώρες προπόνησης και έδεσαν πολύ σαν αθλητής με προπονήτρια. Ήταν μαζί 22 χρόνια και η επιτυχία είναι μισή – μισή».
Εσείς τι αισθάνεστε ως καταξίωση από όλη αυτή την πορεία του Χρήστου στον αθλητισμό;
«Η μεγαλύτερη δικαίωση για μένα σαν γονιός είναι όταν πηγαίνουμε στα σχολεία και βλέπω ότι τα παιδιά παίρνουν κάτι από τον Χρήστο και τα λόγια που τους λέει. Μαθαίνουν να προσπαθούν, να μην το βάζουν ποτέ κάτω. Για μένα αυτό το μήνυμα που περνάει είναι σημαντικό. Το λέω στον κάθε άνθρωπο, να μην το βάζει κάτω. Έχουμε ήλιο, ημέρα πάντα κάτι θα βρίσκεται να μας κάνει χαρούμενους. Αυτό που εισπράττουμε από τον κόσμο είναι αξέχαστο».
Είχατε ποτέ κάποιο παράπονο όλα αυτά τα χρόνια;
«Παλιότερα ναι, τώρα όχι πολλά. Στον Βύρωνα έχουν αρχίσει να αλλάζουν τα πράγματα για τα ΑΜΕΑ. Όμως πριν χρόνια που το σπίτι μας ήταν ακόμα ψηλότερα δεν ήταν εύκολο να περιμένω στον δρόμο να δω ποιος θα περάσει να πάρει τον Χρήστο μια βόλτα. Το αντιμετωπίσαμε κι αυτό στο παρελθόν. Όμως να σου πω κάτι; Στα δύσκολα ο Χρήστος ήταν δυνατός και με βοηθούσε να σηκώνουμε πάντα το κεφάλι ψηλά».
Ευχαρίστησα τον Χρήστο για την συνέντευξη. Την απόλαυσα όσο τίποτε άλλο μέχρι τώρα στα χρόνια που κάνω αυτή τη δουλειά αφού με έμαθε πολλά. Στην Ελλάδα γκρινιάζουμε για μικρά και ασήμαντα πράγματα και δεν ξέρουμε πόσο δυνατοί είμαστε, πόσο σκληροί μπορούμε να γίνουμε για να πετύχουμε τους στόχους μας.
Ο Χρήστος αποτελεί ίσως το τρανότερο παράδειγμα ότι όταν θέλεις κάτι πολύ, μπορείς να το κάνεις. Η δύναμή του θα πρέπει να γίνει παράδειγμα προς μίμηση για όλους μας.

Πηγή: www.onsports.gr